Το λάδι ελιάς ή το «χρυσό υγρό», σύμφωνα με τον Όμηρο, κατά την αρχαιότητα δεν ήταν απλά μία τροφή, αλλά αποτελούσε σύμβολο υγείας και δύναμης, φάρμακο, καθώς επίσης πηγή μαγείας και θαυμασμού. Συγκεκριμένα, στην αρχαία Ελλάδα, οι αθλητές το έτριβαν σε όλο τους το σώμα, γιατί πίστευαν ότι θα τους χαρίσει δύναμη και τύχη και οι πολεμιστές μύρωναν με αυτό τα κεφάλια των ευγενών και έριχναν σταγόνες στα κόκαλα των νεκρών αγίων και των μαρτύρων, καθώς ήταν έμβλημα καθαγιασμού και αγνότητας.

Όλοι γνωρίζουμε ότι το αγνό, παρθένο ελαιόλαδο είναι το πιο υγιεινό λάδι, αλλά όταν το βράζουμε χάνει πολλά από τα πολύτιμα συστατικά του.
Το παρθένο ελαιόλαδο περιέχει περισσότερες αντιοξειδωτικές ουσίες από τα άλλα έλαια, καθώς και βιοενεργά συστατικά τα οποία συμβάλλουν στην πρόληψη του καρκίνου και άλλων ασθενειών.

Όταν όμως θερμαίνεται, η ποιότητά του μειώνεται δραστικά, καθώς κάθε είδους μαγείρεμα καταστρέφει τις φαινολικές ενώσεις.

Σύμφωνα με τους ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Πόρτο «Η κατανάλωση αγνού παρθένου ελαιολάδου αυξάνεται παγκοσμίως, κυρίως λόγω των τεκμηριωμένων οφελών που παρέχει στην υγεία» .
«Ωστόσο, οι διάφορες τεχνικές μαγειρέματος, από το απλό τηγάνισμα και το βράσιμο στον ατμό έως το μαγείρεμα σε φούρνο μικροκυμάτων και το ψήσιμο, αναμφισβήτητα τροποποιούν το χημικό προφίλ του, ελαττώνοντας τις φαινολικές ενώσεις», με αποτέλεσμα να μειώνει την θρεπτική αξία του στα επίπεδα των υπολοίπων φυτικών ελαίων.

Οι ερευνητές προσθέτουν ακόμη, ότι για να αποφευχθούν όλα τα παραπάνω συνιστούν να το θερμαίνουμε το λιγότερο δυνατόν, είτε προσθέτοντάς το λίγο-λίγο στη διάρκεια του μαγειρέματος και όχι όλο από την αρχή του, είτε όταν ολοκληρωθεί το μαγείρεμα.